Αρχαία Κόρινθος

Αρχαία Κόρινθος
Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 70 μ., 1.800 κάτ.) του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται νοτιοδυτικά και κοντά στην Κόρινθο. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κορινθίων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… …   Dictionary of Greek

  • Corinth — This article is about the modern Greek City of Corinth. For the ancient city, see Ancient Corinth. Corinth Κόρινθος Saint Paul church in Korinthos …   Wikipedia

  • Corinthe — Pour les articles homonymes, voir Corinthien. 37° 56′ 00″ N 22° 56′ 00″ E …   Wikipédia en Français

  • Corinthiens — Corinthe Pour les articles homonymes, voir Corinthien. Corinthe (el) Κόρινθος …   Wikipédia en Français

  • Ephyre — Corinthe Pour les articles homonymes, voir Corinthien. Corinthe (el) Κόρινθος …   Wikipédia en Français

  • Коринф — Город Коринф Κόρινθος Герб Страна …   Википедия

  • Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… …   Dictionary of Greek

  • Ξ, ξ — (αρχαία ελληνικά ξει, ξι, ξυ). Το δέκατο τέταρτο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου. Προέρχεται από τα σημιτικά , , , , , , , που παρίσταναν το συριστικό φθογγο samech (πιθανή σημασία πάσσαλος, στύλος). Στα παλιότερα νοτιοελληνικά αλφάβητα… …   Dictionary of Greek

  • Λαζανάς, Βασίλειος — (Κόρινθος 1918 –). Νομικός και λογοτέχνης. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ ανακηρύχθηκε διδάκτορας της φιλοσοφικής σχολής του πανεπιστημίου Τίμπινγκεν της Γερμανίας. Διετέλεσε διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος Κωφαλάλων… …   Dictionary of Greek

  • Ν, ν — (αρχαία ελληνικά νύ και νώ). Το δέκατο τρίτο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου. Προέρχεται από το σημιτικό  που παρίστανε τον φθόγγο nun (=ιχθύς). Σε όλα τα γνωστά αλφάβητα το σχήμα του ν βρισκόταν πάντα σε στενή σχέση με το σχήμα του μ. Στα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”